Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016

Augusto Monterroso-Το υφαντό της Πηνελόπης ή ποιος εξαπατά ποιον

Augusto Monterroso
Το υφαντό της Πηνελόπης ή ποιος εξαπατά ποιον

Πριν πολλά χρόνια ζούσε στην Ελλάδα ένας άντρας που τον λέγανε Οδυσσέα (ο οποίος εκτός από σοφός ήταν και πολύ πανούργος), παντρεμένος με την Πηνελόπη, γυναίκα όμορφη και προικισμένη, το μόνο ελάττωμα της οποίας ήταν η απεριόριστη αγάπη της για το πλέξιμο, συνήθεια χάρη στην οποία, μπορούσε να περνάει μόνη της ατελείωτες ώρες.

Λέει ο θρύλος, ότι κάθε φορά που ο Οδυσσέας με την πανουργία του, διαπίστωνε ότι παρά τις απαγορεύσεις του, εκείνη καταπιάνονταν για ακόμα μια φορά, με το να αρχίσει κάποιο από τα ατελείωτα υφαντά της, μπορούσε κανείς να τον δει τις νύχτες να ετοιμάζει στα κρυφά τις μπότες του και ένα καλό σκαρί και χωρίς να της πει κουβέντα, να ξεκινάει για να γυρίσει τον κόσμο ή για να βρει τον εαυτό του.


Με αυτόν τον τρόπο εκείνη κατάφερνε να τον κρατάει μακριά, ενώ φλέρταρε με τους μνηστήρες, κάνοντας τους να νομίζουν ότι υφαίνει, ενώ ο Οδυσσέας ταξίδευε και όχι ότι ο Οδυσσέας ταξίδευε, ενώ εκείνη υφαίνει, όπως πιθανόν φαντάστηκε ο Όμηρος, ο οποίος, ως γνωστόν, πολλές φορές κοιμότανε και δεν καταλάβαινε τίποτα.


La tela de Penélope o quién engaña a quién


Hace muchos años vivía en Grecia un hombre llamado Ulises (quien a pesar de ser bastante sabio era muy astuto), casado con Penélope, mujer bella y singularmente dotada cuyo único defecto era su desmedida afición a tejer, costumbre gracias a la cual pudo pasar sola largas temporadas.

Dice la leyenda que en cada ocasión en que Ulises con su astucia observaba que a pesar de sus prohibiciones ella se disponía una vez más a iniciar uno de sus interminables tejidos, se le podía ver por las noches preparando a hurtadillas sus botas y una buena barca, hasta que sin decirle nada se iba a recorrer el mundo y a buscarse a sí mismo.

De esta manera ella conseguía mantenerlo alejado mientras coqueteaba con sus pretendientes, haciéndoles creer que tejía mientras Ulises viajaba y no que Ulises viajaba mientras ella tejía, como pudo haber imaginado Homero, que, como se sabe, a veces dormía y no se daba cuenta de nada.

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

Tengo s-d-ueño



Gelines del Blanco Tejerina
Tengo s-d-ueño (λογοπαίγνιο, με τις λέξεις « tengo sueño», που σημαίνει «νυστάζω» και «tengo dueño» που σημαίνει «έχω αφεντικό».


Σήμερα άκουσα τρεις καινούργιες λέξεις, αλλά θέλω να τις ξεχάσω. Δεν τις έψαξα στο λεξικό, ούτε τις σημείωσα στο τετράδιο μου, γιατί ακούστηκαν άσχημες και βρώμαγαν, σαν το στόμα που τις πρόφερε. Ούτε τις επανέλαβα στην αδελφή μου, όταν πήγα το πρωί στο δωμάτιο της. Την βρήκα γυμνή από την κορυφή ως τα νύχια. Το εφηβικό της σώμα μύριζε ιδρώτα και μπαγιάτικο σεξ. Μετά το ντους, σκουπιστήκαμε και χτενίσαμε η μια τα μαλλιά της άλλης, αργά, όπως το έκανε η μητέρα μας. Ήπιαμε σοκολάτα και κάναμε αγκαλίτσες. «Αλίνα», ψιθύρισε στο αυτί μου. «Ντάγκα» απάντησα στο δικό της. Και μια και δυο και εκατό φορές, για να νιώσουμε μοναδικές σ’ αυτή τη χώρα, που κανένας δεν ξέρει το όνομά μας. Μόνο έτσι μερεύουμε την λύπη και ξαναβρίσκουμε τον ύπνο, που μας κλέβουν την νύχτα, απαιτητικά σώματα και χέρια αισχρά. Για λίγες ώρες είμαστε ελεύθερες. Χωρίς χώρα, χωρίς γλώσσα, χωρίς αφέντη.



Anoche escuché tres palabras nuevas, pero quiero olvidarlas. No las busqué en el diccionario ni las apunté en mi libreta porque sonaron feas y malolientes como la boca que las pronunció. Tampoco se las repetí a mi hermana cuando fui a su cuarto por la mañana. La encontré descalza de pies a cabeza. Su piel adolescente olía a sudor ajeno y sexo caducado. Tras la ducha, nos secamos y cepillamos el pelo mutuamente, despacio, como lo hacía nuestra madre. Tomamos chocolate y abrazos recién hechos. Tumbadas en la cama, cogidas de la mano, volvimos a ser niñas limpias. “Alina”, susurró en mi oído. “Daga”, respondí en el suyo. Una y cien veces,  para sentirnos únicas en un país donde nadie sabe nuestro nombre. Solo así amansamos la tristeza y recuperamos el sueño que de noche nos roban cuerpos exigentes y manos obscenas. Por unas horas, somos libres. Sin país, sin idioma, sin dueño.

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016

Τα νέα

Paloma Hidalgo

                                                                                                                       από εδώ


Τα νέα

Τα παιδιά, καλά, μεγαλώνουν, τσακώνονται μεταξύ τους για το παραμικρό. Τα φυτά, χάλια, μου πέθανε η μπιγκόνια κι αυτό με τα μακριά φύλλα, του οποίου το όνομα ποτέ δεν θυμάμαι. Ο σκύλος έφαγε δυο κάλτσες αυτήν την εβδομάδα. Κι όσο για μένα, λοιπόν, δεν ξέρω τι να σου πω. Εγώ, ο προσγειωμένος μου εαυτός , να προσπαθώ να μην σκεφτώ πολύ, να δουλεύω περισσότερες ώρες από όσες πρέπει και πρόσφατα μάλιστα γράφτηκα και σε μαθήματα δημιουργικής κουζίνας. Ο άλλος, αυτός που σε αγαπούσε, τόσο εύθραυστος όπως πάντα, πιο ευαίσθητος με τις αισθηματικές ταινίες, να σε ξεχνάει λιγότερο γρήγορα από ότι θα το ήθελα.


"NOTICIAS", Paloma Hidalgo

Los niños, bien, creciendo, peleándose a cada minuto por todo. Las plantas, peor, se me han muerto la begonia y esa de hojas largas de la que nunca recuerdo el nombre.  El perro se ha comido dos calcetines esta semana. En cuanto a mí, pues no sé qué decirte.  Mi yo más racional, intentando  no pensar mucho, trabajando más horas de las que debe y recién apuntado a un curso de cocina creativa. El otro, el yo que te quería, tan frágil como siempre, más sensible con las películas de amor, y olvidándote menos deprisa de lo que le gustaría.

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2016

Antonio Javier Álvarez-Αυλακιές

Ένα διεισδυτικό μικρο-διήγημα από εδώ

Antonio Javier Álvarez-Αυλακιές

Κροτάλιζαν οι πέτρες του δρόμου ανάμεσα στον παραπονιάρικο ήχο των τροχών. Στην κατηφόρα του παλιού δρόμου του λατομείου, μητέρα οδηγούσε το κάρο, νανουρισμένη από τα τζιτζίκια και την βαριά ρουτίνα του πολέμου. Χάζευα, δίνοντας ονόματα στα πουλιά που πετούσαν πάνω από τις δεντροστοιχίες, όταν ακούστηκαν οι κραυγές ενός άντρα που ζητούσε βοήθεια, ένα μακρινό κλαψούρισμα πόνου και απαντοχής.

-Δεν άκουσες τίποτα... τίποτα! Κοίτα μπροστά...!- νευρίασε η μητέρα, χωρίς να κουνηθεί από την θέση της, χωρίς να με αφήσει να βγάλω άχνα.

Μια τελευταία ματιά στον σβέρκο, μου αποτελείωσε την ψυχή. Ούτε κοτσύφια, ούτε κουρούνες, ούτε κορυδαλλοί. Τόσο πολύ με αγκάλιαζε το ρούχο της παλιάς μητρικής συνήθειας, να κοιτάζεις από την άλλη μεριά. Κροτάλιζαν οι πέτρες του δρόμου ανάμεσα στον παραπονιάρικο ήχο των τροχών και ζωγράφιζαν πίσω τους αυλάκια σιωπής.



Las piedras del camino restallaban entre el quejido de las ruedas. Por la pendiente del camino viejo de la cantera, madre conducía el carro, adormecida por las chicharras y la rutina severa de la guerra. Me entretenía nombrando los pájaros que sobrevolaban las arboledas, cuando se escucharon los gritos de un hombre pidiendo auxilio, un gemido lejano de sufrimiento y certeza.

– No has oído nada…¡nada!…¡mira hacia adelante…!- se enfadó madre sin moverse de su asiento, sin dejarme rechistar.


Una mirada última en la nuca me fusiló el alma. Ni mirlos ni grajos ni alondras. Tan solo me abrazaba el vuelo de la costumbre añeja, maternal, de mirar hacia otro lado. Las piedras del camino restallaban entre el quejido de las ruedas y dibujaban tras ellas surcos de silencios.

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Ana María Shua-La sueñera



Μικροδιήγημα αλιευμένο από το βιβλίο "La sueñera" της Ana María Shua

Με ένα φρικιαστικό μορφασμό, στάζοντας αίμα και σάλιο, ο λυκάνθρωπος άνοιξε τα σαγόνια και ξεγύμνωσε τους κίτρινους κυνόδοντες. Ένας περίεργος βόμβος διαπέρασε τον αέρα. Ο λυκάνθρωπος φοβάται. Το ίδιο και ο οδοντίατρος.


Con una mueca feroz, chorreando sangre y baba, el hombre lobo separa las mandíbulas y desnuda loscolmillos amarillos. Un curioso zumbido perfora el aire. El hombre lobo tiene miedo. El dentista también.


Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

Άδειο σπίτι


José Luis González

Λένε, ότι κάθε μέρα είναι μια ξεπατικωτούρα της προηγούμενης, ότι επαναλαμβάνεται, σαν ένα μάντρα, γιατί στερούμαστε φαντασίας, γιατί αντιγράφουμε ο ένας τον άλλον κι ακόμα, αντιγράφουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς. Εγώ δεν θέλω να αντιγράψω κανένα, πολύ περισσότερο εμένα. Φτωχούλης φουκαράς. Γι’ αυτό, εκμεταλλευόμενος τις εικόνες από τους Ολυμπιακούς αγώνες στην τηλεόραση, την προηγούμενη εβδομάδα αποφάσισα να κάνω κάτι που ποτέ δεν είχα κάνει: αθλητισμό. Ξεκίνησα το επόμενο πρωί με κολύμπι: ξαπλωμένος μπρούμυτα, έκανα τις απλωτές μου στο πάτωμα σε στυλ κολυμβητή, κρόουλ, πεταλούδα, ύπτιο. Μετά στίβος. Έτρεξα μέσα στο σπίτι χωρίς να με εμποδίζει τίποτα, σηκώνοντας τα χέρια καθώς έμπαινα στην κουζίνα, σαν να με άφηνα να εξαπατηθώ από κάποια ακαθόριστη ελπίδα. Άρση βαρών. Δεν έχω βάρη, ούτε κάτι παρόμοιο, αλλά κάνω επαναλήψεις με την, γεμάτη χώμα, ζαρντινιέρα, που ξέχασε η Παμέλα. Το κακό είναι ότι έχω μείνει πετσί και κόκκαλο κι αυτό ναι, είναι κάτι συνηθισμένο, συμβαίνει σε πολύ κόσμο. Παρ’ όλο που το χειρότερο είναι, ότι χθες ήρθαν και πήραν την τηλεόραση-τρεις δόσεις απλήρωτες- και μαζί μ’ αυτήν και τις Ολυμπιάδες. Κι αυτό συμβαίνει σε πολλούς. Όμως τ’ ορκίζομαι, σήμερα όταν έρθουν να μου κάνουν έξωση, δεν σκέφτομαι να αντισταθώ, αυτό, δηλαδή, που κάνουν όλοι. Να τριγυρίσουν, σαν χαζοί, στο άδειο σπίτι. Να πα’ να γαμηθούν.

Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

Θάνατος διαπορεύσιμος

Ένα μικρό, του Francisco Javier Irazoki από εδώ

Θάνατος διαπορεύσιμος
Όλα τα πρωινά, πριν ξεκινήσω τις ασχολίες της ημέρας, κοιτάζω για μερικά λεπτά τα λουλούδια, που είναι φυτεμένα μπροστά από την πόρτα μου. Στο σώμα κάτω από τις ντάλιες, μερικά μυρμήγκια διατρέχουν το στρώμα από τα πεσμένα πέταλα. Πάνω στις ήττες που χρόνος επιβάλλει, αυτά φτιάξανε τον δρόμο τους.


Muerte transitable
Todas las mañanas, antes de empezar los trabajos del día, miro durante varios minutos las flores plantadas delante de mi puerta. A los pies de las dalias, unas hormigas recorren el tapiz de pétalos caídos. Con las derrotas que impone el tiempo ellas han construido su camino.

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2016

Φθίνουσα παράνοια


Από εδώ
Alexandr Zchymczyk

Ένας από τους επιβάτες παρατήρησε ότι τα νούμερα που έβλεπε έξω από το παράθυρό του, ακολουθούσαν την φθίνουσα πορεία: ένα σπίτι είχε το νούμερο 7, μια αγγελία το 6, μια τράπεζα το 5, ο δρόμος το 4...
-Το αμάξι θα τρακάρει- είπε στον διπλανό του, κι εκείνος του έριξε μονάχα μια ματιά απορημένη. Με σπρωξιές ζήτησε να σταματήσουν, κατέβηκε από το λεωφορείο και διέσχισε τρομοκρατημένος τον δρόμο. Το φορτηγό που τον χτύπησε είχε αριθμό πινακίδας που τελείωνε σε δυο μηδενικά.



Paranoia regresiva

Uno de los pasajeros notó que los números que veía desde su ventanilla entraban en una cuenta regresiva: una casa tenía el número 7, un anuncio el 6, una banca 5, la calle 4…
—El camión va a chocar— le dijo a su compañero de asiento, quien sólo le dirigió una mirada interrogante. A empujones pidió la parada, bajó del autobús y cruzó la calle horrorizado. El camión que lo atropelló tenía placas con terminación doble cero.

Δευτέρα 6 Ιουνίου 2016

Το κάδρο

                                                                                                                         από εδώ



Το κάδρο

Πάει καιρός που βρίσκεται εκεί, έτσι που μοιάζει, σαν μια προέκταση του παλιού διαχωριστικού. Από το εσωτερικό της κορνίζας, που μαύρισε από τα χρόνια και την νοσταλγία, ένας κομψός νεαρός με στρατιωτική περιβολή, μας χαμογελά.
-Είναι ο παππούς σου. Μου λέει και με ξαφνιάζει, καθώς τον κοιτάζω. Το λέει με το συναίσθημα, της πρώτης φοράς, σαν να το αποκάλυπτε σε ένα ξένο. Μετά η ίδια ιστορία. Ότι ήταν όμορφος, ότι κληρώθηκε να κάνει την θητεία του στην Αφρική και λίγο μετά που έφυγε, εκείνη κατάλαβε ότι ήταν σε ενδιαφέρουσα. «Αυτός δεν το έμαθε ποτέ», παραπονέθηκε.
-Κοίτα τον, ήταν γενναίος, κι αυτό το τέρας τον κατάπιε ολόκληρο· και δείχνει μια μικρή μυρμηγκοφωλιά που βρίσκεται στα πόδια του. Συνεχίζει να μιλά. Πως πέρασε εκεί πολλές ζέστες και αρρώστησε και πως τα γράμματα σταμάτησαν να έρχονται…
Μετά πάει και ψάχνει το τελευταίο και μου ζητάει να της το διαβάσω. Εγώ, όπως πάντα, της διηγούμαι τα τοπία, τα χρώματα, τους ήχους και το φως της Αφρικής, όπως τα περιγράφει ο παππούς· καμιά φορά μου ξεφεύγει κανένα δάκρυ, κυρίως όταν φτάνω στο σημείο, όπου της εξομολογείται ότι δεν θα γυρίσει, ότι τον μάγεψε η φύση, το καταιγιστικό πήγαινε-έλα της ζωής,  μια νέγρα με μεγάλα μάτια και τεράστια καρδιά.
Και να την συγχωρήσει, ικετεύει, και ποτέ δεν θα την ξεχάσει. Και την αποχαιρετά: «πάντα δικός σου».

-Εκεί είναι που λέει ότι με αγαπάει, αλήθεια; Με ρωτάει· κι εγώ για μια ακόμη φορά της λέω, ναι.

Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

Ο πατέρας

Javier Puchades


                                                                                                                                      Από εδώ


Ο πατέρας

Στον πατέρα μου και σε μένα, μας αρέσει να κυνηγάμε πεταλούδες. Μας αρέσει να κυνηγάμε πεταλούδες, εντομοζωύφια, σαύρες και μύγες.
Στον πατέρα μου και σε μένα μας αρέσει να κάνουμε τα πάντα μαζί.
Ο πατέρας μου είναι ο καλύτερος και είναι πάντα μαζί μου, έτοιμος να παίξει και τα περνάμε καλά οι δυο μας. Όταν θέλω κάτι, είναι πάντα εκεί, έτσι είναι ο πατέρας μου.
Εξερευνούμε τα πάντα, κοιτάζουμε τα πάντα κι όταν κουραζόμαστε, ξαπλώνουμε στο χορτάρι, κοιτάμε τον ουρανό και φτιάχνουμε φιγούρες με τα σύννεφα.

Οι συμμαθητές μου έχουν φανταστικούς φίλους για να περνάνε καλά, εγώ έχω τον πατέρα μου, με ζηλεύουν όλοι στο ορφανοτροφείο.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Η εξέλιξη ενός συστήματος διπλού αστέρος


Η εξέλιξη ενός συστήματος διπλού αστέρος                                             από εδώ


Ποτέ δεν της υποσχέθηκα το φεγγάρι, αλλά της χάρισα ένα σύστημα διπλού αστέρος. Δυο αστέρια που περιστρέφονται γύρω από το ίδιο κέντρο. Με πιστοποιητικό αυθεντικότητας, όπου βεβαιώνεται ότι τα αντικείμενα με τις συντεταγμένες R.A 21h30m41.4s και  DEC 51°36m15.8s φέρουν τώρα τα ονόματά μας. Και με ένα ουράνιο χάρτη, όπου σημειώνεται η θέση τους στο στερέωμα.

Αυτό έγινε μετά, που της έμαθα ότι τα δαχτυλίδια του Κρόνου είναι από πάγο. Μετά, που της σχεδίασα αργά πάνω στο δέρμα της, τα σχήματα των αστερισμών. Μετά, που την φίλησα κάτω από τις βροχές των Περσίδων και των Λεοντιδέων. Πριν, μου ομολογήσει ότι δεν αντέχει την αστρονομία. Πριν, οι βέρες  μετατρέψουν τους παράμεσους μας σε μικρούς Κρόνους. Πριν, η τροχιά της διασταυρωθεί με αυτήν ενός σώματος μεγάλης βαρύτητας, που την τράβηξε χωρίς επιστροφή και που, ναι αυτός, της υποσχέθηκε το φεγγάρι.


Ίσως ο διπλός αστέρας  να έσβησε, αλλά το φως του ακόμα φτάνει μέχρι τα  μοναχικά βράδια μου, σαν να κλείνει συνωμοτικά το μάτι στον χρόνο, κατά τον οποίο εκείνη και εγώ ταξιδέψαμε μαζί στο διάστημα. Και ακόμα μουρμουρίζω το όνομα του αστεριού της, αυτό που της δώρισα, αντί να της υποσχεθώ κάτι ανόητο, το οποίο κανένας δεν μπορεί να εκπληρώσει.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Η μοίρα


Ένα όμορφο συγκινητικό μικρο-διήγημα αλιευμένο από τον ιστό. 



Ο προορισμός μου στον Άρη

Θυμάμαι πολύ καλά την μέρα που σου υποσχέθηκα ότι θα σου χαρίσω το φεγγάρι. Πώς να το ξεχάσω… Εκείνη την νύχτα ορκιστήκαμε αιώνια αγάπη μπροστά σε ετούτη την ασημένια παραλία. Τα χέρια μας μόνο ελεύθερα, να δείχνουν το στερέωμα και φωνάζαμε, γελώντας, ονόματα, ξέροντας ότι είναι λάθος.
-Κοίτα, κοίτα… η μεγάλη Άρκτος, η κατσαρόλα και αυτό το άλλο… η Ανδρομέδα!
Μετά τα χείλια μας, ακούμπαγαν· και μας μετέφεραν σε άλλο γαλαξία.
Ένα χρόνο μετά, τα άστρα μας γύρισαν την πλάτη και ένας άλλος αστερισμός, ο Καρκίνος κούρνιασε μέσα σου. Τώρα, που δεν μπορείς πια μόνη σου να σηκωθείς από το κρεβάτι, εγώ είμαι μονάχα ένας δορυφόρος, που γυρνάει στο πλάι σου και τα μοναδικά αστέρια που βλέπω, είναι τα μάτια σου.
Πάρε-σου λέω- σου κατέβασα το φεγγάρι, ενώ βάζω στα χέρια σου μια φανταστική κλωστή και ανοίγω το παράθυρο. Σε κοιτάζω. Σφίγγεις με δύναμη τον ομφάλιο λώρο, που σε κρατά σε επαφή με την ασημένια θεά. Χαμογελάς.

Κι τότε, εγώ, είμαι το θύμα μιας εσωτερικής βροχής μετεωριτών.

Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

Ποδοσφαιρικές ικανότητες

Ποδοσφαιρικές ικανότητες                                                                             από εδώ

Ο παππούς μου διηγιότανε σε όποιον ήθελε να τον ακούσει, ότι ο γιος του, ο πατέρας μου, ήταν πολύ καλός στο να παίζει ποδόσφαιρο. Και ότι μόνο εκείνο το τραγικό δυστύχημα, του στέρησε την μεταγραφή σε μια μεγάλη ομάδα.
Εκείνο το δυστύχημα, όπως έλεγε, εμένα με άφησε ορφανό και εκείνον τον έκανε να στραφεί στον εαυτό του. Ποτέ πια δεν άνοιξε ξανά το ραδιόφωνο, για να ακούσει τις αναμεταδόσεις των αγώνων ποδοσφαίρου, στις οποίες πριν ήταν τόσο προσκολλημένος.
Εγώ μεγάλωνα με την εμμονή να καταφέρω να γίνω ένας καλός ποδοσφαιριστής, για να μπορέσω  να κάνω τον παππού μου να αρχίσει να οραματίζεται ξανά. Μπήκα σε μια ομάδα, προπονήθηκα σκληρά και με θλίψη ανακάλυπτα, ότι μου έλλειπαν οι ικανότητες που είχε ο πατέρας μου. Μου κόστισε να το παραδεχθώ, αλλά με βοήθησε να ανακαλύψω την πραγματική μου κλίση.

Την μέρα που θα έκανα το ντεμπούτο μου, η γιαγιά μου άνοιξε ξανά εκείνο το παλιό ραδιόφωνο, που για χρόνια είχε σωπάσει. Οι λέξεις μπάλα, φάουλ ή γκολ, αντήχησαν πάλι σε όλο το δωμάτιο και ο παππούς μου δεν άργησε να καταλάβει ότι εκείνη η φωνή, του ήταν γνωστή.