Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

Ελεύθερη σε θέλω


Agustín García Calvo

Ελεύθερη σε θέλω

Ελεύθερη σε θέλω
σαν ρυάκι που τρυπώνει
ανάμεσα στα βράχια
Αλλά όχι δικιά μου.
Μεγάλη σε θέλω
σαν βουνό γκαστρωμένο
την άνοιξη.
Αλλά όχι δικιά μου.
Καλή σε θέλω
σαν ψωμί που δεν ξέρει
το καλό του ζυμάρι.
Αλλά όχι δικιά μου.
Ψηλή σε θέλω
σαν λεύκα που στον ουρανό
απλώνεται.
Αλλά όχι δικιά μου.
Λευκή σε θέλω
σαν λουλούδι με τα άνθη του
πάνω στην γη.
Αλλά όχι δικιά μου.
Αλλά όχι δικιά μου.
ούτε του Θεού, ούτε κανενός
ούτε ακόμα και του ίδιου σου του εαυτού.

Libre te quiero

Libre te quiero,
como arroyo que brinca
de peña en peña.
Pero no mía.
Grande te quiero,
como monte preñado
de primavera.
Pero no mía.
Buena te quiero,
como pan que no sabe
su masa buena.
Pero no mía.
Alta te quiero,
como chopo que en el cielo
se despereza.
Pero no mía.
Blanca te quiero,
como flor de azahares
sobre la tierra.
Pero no mía.
Pero no mía
ni de Dios ni de nadie
ni tuya siquiera.

Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

Φάμπρικες της αγάπης


Juan Gelman


Fábricas del amor

Και έχτισα το πρόσωπό σου.
Με μαντεψιές αγάπης, έχτιζα το πρόσωπό σου
στις μακρινές αυλές της νιότης.
Εργάτης ντροπαλός,
κρυβόμουν απ’ τον κόσμο για να χαράξω την εικόνα σου
για να σου δώσω στόμα,
για να βάλω γλύκα στο σάλιο σου.
Πόσες φορές τρεμούλιασα
ίσα ίσα σκεπασμένος απ’ το φως του θέρους
ενώ σε ζωγράφιζα με το αίμα μου.
Αγνή μου,
φτιαγμένη για όλες τις εποχές
που η χάρη σου προβάλλει σ’ όλα του δειλινού τα χρώματα.
Πόσες από τις μέρες μου μαστόρεψαν τα χέρια σου.
Αχ! Απέραντο των φιλιών παλεύει την μοναξιά
Βυθίζει τα βήματά σου μες την σκόνη.
Εγώ σε έψαλλα, σε φώναξα στους δρόμους,
έγραψα όλα σου τα ονόματα στο βάθος της σκιάς μου,
σου έφτιαξα μια θέση μες την κλίνη μου,
σε αγάπησα, αόρατο ίχνος, της κάθε νύχτας.
Έτσι έγινε και τραγουδήσαν οι σιωπές.
Χρόνια και χρόνια δούλεψα για να σε φτιάξω
πριν να ακούσω ένα μόνο ήχο απ’ την ψυχή σου.

Y construí tu rostro.
Con adivinaciones del amor, construía tu rostro
en los lejanos patios de la infancia.
Albañil con vergüenza,
yo me oculté del mundo para tallar tu imagen,
para darte la voz,
para poner dulzura en tu saliva.
Cuántas veces temblé
apenas si cubierto por la luz del verano
mientras te describía por mi sangre.
Pura mía,
estás hecha de cuántas estaciones
y tu gracia desciende como cuántos crepúsculos.
Cuántas de mis jornadas inventaron tus manos.
Qué infinito de besos contra la soledad
hunde tus pasos en el polvo.
Yo te oficié, te recité por los caminos,
escribí todos tus nombres al fondo de mi sombra,
te hice un sitio en mi lecho,
te amé, estela invisible, noche a noche.
Así fue que cantaron los silencios.
Años y años trabajé para hacerte
antes de oír un solo sonido de tu alma

Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Δον Κιχώτης (Κεφάλαιο 27ο)


Miguel de Cervantes Saavedra

(Don Quijote de la Mancha, cap. XXVII)

Ποιος αφαιρούσε απ’ το «έχει» μου την αξία;
Η απαξία
Και ποιος αυξάνει της ζωής μου τα σκαμπίλια;
Η ζήλια
Και ποιος δοκιμάζει της υπομονής μου την ουσία;
Η απουσία.
Με αυτόν τον τρόπο μέσα στην οδύνη
Κανένα φάρμακο γιατρειά δεν δίνει
Λοιπόν, με σκοτώνει η απαξία
Ζήλια αναμονή και απουσία.
Ποιος με κάνει να πονώ σ’ αυτό το μέρος;
Ο έρως
Και ποιος η δόξα φοβάται μην μου τύχει;
Η τύχη
Και ποιος στον πόνο μου είναι σύντροφος πιστός;
Ο ουρανός.
Με αυτόν τρόπο, μου φέρνει υποψία
Το να πεθαίνεις από κακιά αιτία
Αφού ενώνονται για την ζημιά μου
Ο ουρανός, ο έρωτας κι η τύχη η κακιά μου
Την τύχη μου ποιος θα καλυτερέψει
Με το δρεπάνι ο Θάνατος θα δρέψει.
Και το καλό του έρωτα ποιος να μπορεί να φτάσει
Αυτός που αλλάζει στάση
Και τα κακά του ποιος θα τα γιατρέψει, πες μου, έλα
Η τρέλα
Με αυτόν τον τρόπο δεν είναι δα και καμιά σοφία
Να θες το πάθος να γιατρέψεις όταν έχεις
Για φάρμακα αυτές εδώ τις λέξεις
Θάνατο, Μεταμόρφωση και Μανία.


¿Quién menoscaba mis bienes
Desdenes.
Y ¿quién aumenta mis duelos?
Los celos.
Y ¿quién prueba mi paciencia?
Ausencia.
De ese modo, en mi dolencia
Ningún remedio se alcanza,
Pues me matan la esperanza
Desdenes, celos y ausencia.
¿Quién me causa este dolor?
Amor.
Y ¿quién mi gloria repuna?
Fortuna.
Y ¿quién consiente en mi duelo?
El cielo.
De ese modo, yo recelo
Morir deste mal extraño,
Pues se aúnan en mi daño
Amor, fortuna y el cielo.
¿Quién mejorará mi suerte?
La muerte.
Y el bien de amor, ¿quién le alcanza?
Mudanza.
Y sus males, ¿quién los cura?
Locura.
De ese modo, no es cordura
Querer curar la pasión,
Cuando los remedios son
Muerte, mudanza y locura.

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Η θεϊκή αγάπη


Alfonsina Storni

 El divino amor


Στον δρόμο σε γυρεύω, αγάπη που δεν φτάνεις
Στον δρόμο σε γυρεύω, αγάπη μακρινή μου
Με αναστατώνει αν στην σκέψη σου υπάρχω
Λειώνω, αν στην σκέψη σου υπάρχει η μορφή μου.

Οι θυμωμένες καταιγίδες της ζωής μου
Κουρνιάσανε πάνω σε μια αγκαλιά αγκάθια
Μάτωσε το κορμί σταγόνες σάρκας πορφυρές
Για να σωθώ, ω ψυχή μου! Κι εσύ μ’ αρνιέσαι

Κοίτα, πως στέκομαι ορθά πάνω στα χαμοκλάδια
Αυτά που κάποτε βαστούν όνειρα περασμένα
Για να ανάψω με αυτά την φλόγα που με τρώει

Σώσε με, αγάπη μου, και μέσα στα αγνά σου χέρια
άλλαξε ετούτη την φωτιά να γίνει αιθέρια γλύκα
και κάνε τα χαμόκλαδα να γίνουν χλωρό κλωνάρι.

Te ando buscando, amor que nunca llegas,
te ando buscando, amor que te mezquinas,
me aguzo por saber si me adivinas,
me doblo por saber si te me entregas.
             
Las tempestades mías, andariegas,
se han aquietado sobre un haz de espinas;              
sangran mis carnes gotas purpurinas
porque a salvarme, ¡oh niño!, te me niegas.
             
Mira que estoy de pie sobre los leños,
que a veces bastan unos pocos sueños
para encender la llama que me pierde.
             
Sálvame, amor, y con tus manos puras
trueca este fuego en límpidas dulzuras
y haz de mis leños una rama verde.