Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

Ματωμένος Γάμος-Το νανούρισμα του τρανού αλόγου





   


                                                                                                           από εδώ

Federico García Lorca

Νανούρισμα από τον Ματωμένο Γάμο (πρώτη πράξη, σκηνή δεύτερη)

Πεθερά:
Νάνι, μωρό μου, νάνι
το άλογο το τρανό
που δεν ήθελε νερό.
Μαύρο το νερό
ανάμεσα στα κλώνια.
Όταν κοντοζυγώνει στην γέφυρα
σταματά και τραγουδά.
Ποιος θα μολογήσει, μωρό μου,
τι έχει το νερό
με την φιδίσια ουρά του
στην πράσινη του κοίτη;

Γυναίκα: (σιγανά)
Κοιμήσου, γαρύφαλλο μου,
το άλογο δεν θέλει να πιει νερό.
Οι οπλές πληγωμένες,
η χαίτη παγωμένη,
ανάμεσα στα μάτια
ένα ασημένιο μαχαίρι.
Κατέβαιναν στο ποτάμι.
Αχ! Το πώς κατέβαιναν!
Κυλούσε το αίμα
πιο γοργά κι απ’ το νερό.

Γυναίκα:
Κοιμήσου, γαρύφαλλο μου,
το άλογο δεν θέλει να πιει νερό.

Πεθερά:
Κοιμήσου, τριαντάφυλλο μου,
το άλογο βάλθηκε να κλαίει.

Γυναίκα:
Δεν ήθελε να φτάσει
στην βρεγμένη όχθη,
το χείλος του αχνίζει
ασημένιες μύγες.
Στα βουνά τ’ απόκρημνα
χλιμίντριζε μονάχο
με το νεκρό ποτάμι
πάνω στον λαιμό.
Αχ! Άλογο τρανό
που δεν ήθελε νερό!
Αχ! Βάσανο του χιονιού,
άλογο της αυγής!

Πεθερά:
Μην πλησιάζεις! Στάσου,
κλείσε το παράθυρο
με κλωνάρι ονείρων
και όνειρο των κλωναριών.

Γυναίκα:
Το μωρό μου κοιμάται.

Πεθερά:
Το μωρό μου σωπαίνει.

Γυναίκα:
Άλογο, το μωρό μου
έχει για μαξιλάρι.

Πεθερά:
Η κούνια του ατσάλι.

Γυναίκα:
Το στρώμα του γιρλάντα.

Πεθερά:
Νάνι, μωρό μου, νάνι.

Γυναίκα:
Αχ! Άλογο τρανό
που δεν ήθελε νερό!

Πεθερά:
Μην πλησιάζεις, μην μπαίνεις!
Φύγε στο βουνό.
Στις γκρίζες πεδιάδες
με το μουλάρι αντάμα.

Γυναίκα:  (κοιτάζοντας)
Το μωρό μου κοιμάται.

Πεθερά:
Το μωρό μου ξεκουράζεται.

Γυναίκα: (χαμηλά)
Κοιμήσου, γαρύφαλλο μου,
το άλογο δεν θέλει να πιει νερό.

Γυναίκα: (σηκώνεται και πολύ χαμηλά)
Κοιμήσου, τριαντάφυλλο μου,
το άλογο βάλθηκε να κλαίει.



Suegra:
Nana, niño, nana
del caballo grande
que no quiso el agua.
El agua era negra
dentro de las ramas.
Cuando llega el puente
se detiene y canta.
¿Quién dirá, mi niño,
lo que tiene el agua
con su larga cola
por su verde sala?

Mujer: (Bajo)
Duérmete, clavel,
que el caballo no quiere beber.

Suegra:
Duérmete, rosal,
que el caballo se pone a llorar.
Las patas heridas,
las crines heladas,
dentro de los ojos
un puñal de plata.
Bajaban al río.
¡Ay, cómo bajaban!
La sangre corría
más fuerte que el agua.

Mujer:
Duérmete, clavel,
que el caballo no quiere beber.

Suegra:
Duérmete, rosal,
que el caballo se pone a llorar.

Mujer:
No quiso tocar
la orilla mojada,
su belfo caliente
con moscas de plata.
A los montes duros
solo relinchaba
con el río muerto
sobre la garganta.
¡Ay, caballo grande
que no quiso el agua!
¡Ay, dolor de nieve,
caballo del alba!

Suegra:
¡No vengas! Detente,
cierra la ventana
con rama de sueños
y sueño de ramas.

Mujer:
Mi niño se duerme.

Suegra:
Mi niño se calla.

Mujer:
Caballo, mi niño
tiene una almohada.

Suegra:
Su cuna de acero.

Mujer:
Su colcha de holanda.

Suegra:
Nana, niño, nana.

Mujer:
¡Ay caballo grande
que no quiso el agua!

Suegra:
¡No vengas, no entres!
Vete a la montaña.
Por los valles grises
donde está la jaca.

Mujer: (Mirando)
Mi niño se duerme.

Suegra:
Mi niño descansa.

Mujer: (Bajito)
Duérmete, clavel,
que el caballo no quiere beber.

Mujer: (Levantándose, y muy bajito)
Duérmete, rosal.

que el caballo se pone a llorar.

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2015

Η απουσία

                                                                                                                               από εδώ


Acareli Esteves


Η απουσία

Μου λέει,  ότι εγώ πάντοτε είμαι έξη ετών, γιατί σε αυτήν την ηλικία πέθανα. Δεν ξέρει ότι υπάρχω μονάχα γιατί κάθε νύχτα με καλεί, γαντζωμένη στην φωτογραφία ενός παιδιού. Εγώ την επισκέπτομαι, για να έχουν τα δάκρυα της όνομα. Ποτέ δεν θα της πω, ότι εγώ δεν είμαι ο νεκρός της. Ξέρω, ότι με χρειάζεται περισσότερο από την ίδια μου την οικογένεια, τέσσερα σπίτια προς τα αριστερά.

LA AUSENCIA


Me dice que yo siempre tengo seis años porque es la edad en la que morí. No sabe que sólo existo porque ella me convoca cada noche, agarrada a la foto de un niño. Yo la visito para que sus lágrimas tengan nombre. Nunca le diré que no soy su muerto. Sé que me necesita más que mi propia familia, cuatro casas a la izquierda.

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

Ελεγεία

                                                                                                                          από εδώ



Rosario Castellanos

Ελεγεία
Πουθενά αλλού, όπως στο πλάι σου, δεν ήμουν από πέτρα.

Κι εγώ που με ονειρευόμουνα σύννεφο, νερό,
αέρα πάνω στο φύλλο,
φωτιά από χιλιάδες εναλλασσόμενες φωτοβολίδες,
ήξερα μονάχα να κείμαι,
να βαραίνω, αυτό που ξέρει να κάνει κάθε πέτρα
γύρω από τον λαιμό του πνιγμένου.

Elegía
Nunca, como a tu lado, fui de piedra.

Y yo que me soñaba nube, agua,
aire sobre la hoja,
fuego de mil cambiantes llamaradas,
sólo supe yacer,
pesar, que es lo que sabe hacer la piedra

alrededor del cuello del ahogado.