.και... λίγο ακόμα να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα... ένα μικρό διήγημα ανάτασης, από εδώ
Αυτή η φτελιά είχε κάποια αρχικά χαραγμένα στον κορμό της: αναμφίβολα την υπογραφή του δημιουργού της.
Μόνη, δίπλα στο ποτάμι, θυμόταν την ζωή της: μια μεγάλη ζήλεια από τον σπόρο μέχρι το πιο ψηλό άνθος, το άνθος που ψήλωνε σκορπώντας το άρωμα του.
Θα ήθελε να συνεχίσει να ανεβαίνει, όπως εκείνο το άλλο δέντρο, αυτό του καπνού, που σχηματίζονταν κάθε φορά που έκαιγαν τα ξερά φύλλα της το φθινόπωρο. Και την άνοιξη, όταν οι καρακάξες που είχαν κουρνιάσει, έφευγαν πετώντας σαν φύλλα κι αφού πλάναραν για λίγο, μπορούσαν να επιστρέψουν στα κλαριά, η φτελιά ένιωθε πως το φύλλωμα της ήταν ο ταξιδευτής. Ήξερε τα πουλιά από τον τρόπο που πετούσαν. Τα ακροβατικά της παπαδίτσας, την θλίψη του χελιδονιού, που όσο ψηλά κι αν πετούσε πάντα ονειρευόταν κάτι μακρύτερα από τα φτερά του, τον αντάρτη κορυδαλλό, που απομακρύνεται από το χώμα, όχι για να εξερευνήσει, αλλά για μια γρήγορη επίθεση στον ουρανό. Αν ένας άνεμος την κουνούσε, η φτελιά ήξερε ότι ερχόταν από κάποιον που, βλέποντας την σφαίρα από την γη, είχε βαλθεί να φυσάει για να την κάνει να γυρίσει και ότι τα εναλλασσόμενα χρώματα του ουρανού ήταν εντάσεις αυτού του διαρκούς φυσήματος.
Μπροστά σε τόσο ουρανό, μπροστά σε τόση ελευθερία, η φιλοδοξία της φτελιάς ήταν να πετάξει. Τεντώνονταν, άπλωνε τα χέρια. Μια μέρα, της εμφανίστηκε ένα καινούργιο μπουμπούκι. Δεν ήταν ένα οποιοδήποτε μπουμπούκι. Ήταν ένα φτερό. Ένα πράσινο φτερό. Το ξεκίνημα ενός φτερού.
μετάφραση Μάρκος Γκανής
Μάρτιος 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.