Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Τραγωδία



...μέχρι την τελευταία λέξη... από εδώ

Sandra Sánchez-Τραγωδία
Σε λίγες μέρες, όταν ο αναγνώστης ξεχάσει το βιβλίο και το επιστρέφει στο ράφι, ξυπνάνε και οι δυο. Πάντα την αυγή. Εκείνη την στιγμή τελειώνει το έργο τους.  Βγάζουν, όπως μπορούν, το στριμωγμένο τους σώμα ανάμεσα από τις σελίδες και αφού ξεμουδιάσουν λιγάκι, ορμάνε αθόρυβα στα ντουλάπια, ενώ όλοι στο σπίτι κοιμούνται. Διαλέγουνε άνετα ρούχα· μπλουτζίν και τέτοια· και παρόλο που εκείνος προτιμά τα εφαρμοστά, εκείνη είναι ενθουσιασμένη.
Παλιά- πριν καιρό- το έκαναν περπατώντας, όμως έχουν ανακαλύψει ότι ένα ζευγάρι τόσο νέο, πιασμένο από το χέρι, τα καταφέρνει και με ωτοστόπ. Το ταξίδι συνήθως είναι μακρινό και μέχρι τώρα ποτέ δεν το έχουν καταφέρει, γιατί πάντα κάποιος- ποιος θεός ξέρει που- σε κάποιο μέρος του κόσμου, ανοίγει το βιβλίο και τους χωρίζει, για μια ακόμα φορά από την αγαπημένη τους  και νοσταλγική Βερόνα.

Sandra Sánchez-Tragedia
Al cabo de unos días, cuando el lector ya se ha olvidado del libro y lo devuelve al estante, ambos despiertan. Siempre al alba. En ese momento termina su farsa. Sacan su cuerpo apretujado, como pueden, de entre las páginas y después de recomponerse un poco, hurgan silenciosamente en los armarios, cuando todos los de la casa duermen. Los dos eligen ropa cómoda; vaqueros, cosas así; y  aunque a él le resultaban más cómodas sus mallas, ella está encantada.

Antes – hace mucho – lo intentaban caminando, pero ya han descubierto que a una pareja tan joven, cogida de la mano, la llevan sin problema haciendo auto stop. El viaje suele ser muy largo, y hasta ahora nunca lo han conseguido, porque alguien siempre, en sabe dios qué lugar del mundo, vuelve a abrir el libro y los aleja, una vez más, de su querida y añorada Verona.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Ναυαγός



La tortue rouge

Θλίψη... χωρίς παραίτηση, από εδώ


SANDRO CENTURIÓN-Ναυαγός

Κατάφερα τελικά να βρω ένα παλιό άδειο μπουκάλι κρασιού, ένα κομμάτι ζαρωμένο χαρτί, κάτι που έμοιαζε με μελάνι σουπιάς και ένα φτερό γλάρου. Έγραψα τότε την ιστορία μου, και την απελπισμένη ικεσία μου για βοήθεια. Τώρα το μόνο που χρειάζομαι είναι ένα μοναχικό νησί και μια μανιασμένη θάλασσα για να συμπληρώσουν το ναυάγιο μου.



SANDRO CENTURIÓN-Náufrago


Conseguí por fin una vieja botella de vino vacía, un trozo de papel arrugado, algo de tinta de calamar y una pluma de gaviota. Escribí entonces mi historia, y mi desesperado pedido de socorro. Ahora sólo necesito una isla solitaria, y un mar embravecido que completen mi naufragio.

Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Η ήττα



... πως περιγράφει την ήττα, την απώλεια.. από εδώ


Ángel Olgoso-Η ήττα
Γιατί να προσπαθείς να της ξεφύγεις; Δεν μπορείς να σωθείς, ούτε να δραπετεύσεις.Προλαβαίνει η καταδίωξη κάθε σου δεύτερη σκέψη.  Με κάθε τρόπο προλαβαίνει την φυγή σου. Αργά ή γρήγορα, με την παραμικρή ευκαιρία, θα σε γραπώσει. Με βήμα δυνατό, σαν μια σκιά, θα ψάξει ώσπου να σε βρει. Σε τίποτα δεν θα σου χρησιμεύσουν η κάπα που σε κάνει αόρατο με την, τυλιγμένη στην δροσιά, κουκούλα της, οι μπότες των επτά λευγών, με τις οποίες τρέχεις τριάντα δυο φορές πιο γρήγορα κι από τον ταχύτερο των ανθρώπων, το βοτάνι του Γλαύκου, που σε βοηθά να ξεπερνάς τις κλειδαμπαρωμένες πόρτες, το τραπεζομάντηλο του Ρολάνδου, πάνω στο οποίο εμφανίζεται όποια τροφή επιθυμείς, το μαγικό λουλούδι, που χρωματίζει και αρωματίζει κάθε σου δυστυχία. Σε τίποτα δεν θα σου χρησιμεύσουν όταν εκείνη- άπληστη, αλαζονική, ειρωνική- κλείνει τους δρόμους και σε πλησιάζει με αλάνθαστη γρηγοράδα. Μπορεί να φτάσει ξέπνοη- είναι γριά και ζαρωμένη- με το λαχάνιασμα της, να προδίδει την εξάντληση από την αδιάκοπη δουλειά, που την κρατά πάντα απασχολημένη, αλλά μην τρέφεις καμιά αμφιβολία για την κατάληξη.


Ángel Olgoso-La derrota
Para qué huir de ella. No puedes guardarte ni escapar. Antepone tu persecución a toda otra idea. Más pronto o más tarde, a la menor oportunidad, te atrapará. Con paso poderoso, como una sombra leonada, buscará hasta encontrarte. De nada te sirven la Capa de Invisibilidad y su caperuza cubierta de rocío, las Botas de Siete Leguas con las que corres treinta y dos veces más rápido que el más veloz de los hombres, la Hierba de Glauco que hace saltar las cerraduras de todas las puertas, el Tapete de Rolando que te permite convocar cualquier alimento que desees, la Flor Mágica capaz de colorear y perfumar cada una de tus desdichas. De nada te servirán cuando ella —ávida, arrogante, burlona— cierre los caminos y te cerque con infalible celeridad. Puede que llegue sin aliento —es vieja y seca—, que su jadeo delate lo agotador de la incesante tarea que la ocupa desde siempre, pero no puedes albergar dudas sobre el desenlace.

Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

Paloma Casado-Μεταλλαγμένοι



Φαντασία από ένα- ίσως όχι και τόσο- μακρινό μέλλον ... από εδώ

Paloma Casado-Μεταλλαγμένοι 

Ο Γαβρίλης γεννήθηκε ένα χρόνο μετά που άρχισαν οι βροχές. Τις λέμε έτσι, «οι βροχές», σαν να επρόκειτο για αυτό το υγρό δώρο που κατά καιρούς μας χάριζε ο ουρανός. Αρχίσανε και αμέσως σταμάτησαν να χτυπάνε το χώμα και να βουρβουρίζουν πάνω στα πλακόστρωτα. Κοιτάζαμε ψηλά περιμένοντας μια ανακωχή, μέχρι που παραιτηθήκαμε, αφού δεν βλέπαμε πια τίποτα πέρα από τη μύτη μας. Όλα ήταν γκρίζα και μόνο η αναλαμπή κάποιας αχτίνας μας γυρνούσε πίσω, για ελάχιστες στιγμές, τα χρώματα, τα σχεδόν ξεχασμένα του κόσμου.
Τα χωράφια μετατραπήκανε σε στέρφες λίμνες και οι δρόμοι κατελήφθησαν από αμφίβια. Ο πολιτισμός μας θρυμματίζεται.
Τον Γαβρίλη τον αγαπάμε, παρόλο το λείο, στιλπνό και κρύο δέρμα του, ίσως γιατί είναι το μοναδικό παιδί που γεννήθηκε στο χωριό μετά τις καταιγίδες. Μόνο αυτός το απολαμβάνει να βρίσκεται έξω μουσκεμένος με το στόμα ανοιχτό στον ουρανό, σαν να μην θέλει να χαθεί ούτε μια από τις σταγόνες που πέφτουν.

Άρχισαν να έρχονται κι από άλλα χωριά, παιδιά ίδια με αυτόν. Παίζουν μαζί στην λάσπη και καταβροχθίζουν έντομα, γυρίνους και ψαράκια, όπου τα βρίσκουν. Τα παρατηρούμε πεινασμένοι πίσω από τα παράθυρα, τώρα που τελειώσανε οι δικές μας προμήθειες.

Mutantes. Paloma Casado.

Gabrielito nació el año siguiente de que comenzaran las lluvias. Las llamamos así, “las lluvias” como si tuvieran algo que ver con ese regalo líquido que recibíamos oportunamente del cielo. Comenzaron, y apenas han dejado de golpear la tierra y gorgotear contra el empedrado. Mirábamos hacia arriba esperando una tregua, hasta que nos resignamos a no ver más allá de nosotros mismos. Todo es gris, y solo el resplandor de algún rayo nos devuelve, por unos instantes, los colores casi olvidados del mundo.
Los campos se han convertido en lagos improductivos y las calles han sido tomadas por diferentes anfibios. Nuestra civilización se resquebraja.
A Gabrielito lo queremos a pesar de su piel lampiña y fría, quizá por ser el único niño nacido en el pueblo desde los aguaceros. Solo él disfruta fuera empapándose y boqueando hacia el cielo como si no quisiera perderse ni una de las gotas que caen.
Han comenzado a llegar, desde otros pueblos, niños similares a él. Juegan juntos en el fango y devoran los insectos, renacuajos y pececillos que encuentran. Los contemplamos hambrientos desde las ventanas, ahora que se han acabado nuestras provisiones.

Σάββατο 8 Απριλίου 2017

Una bailarina-poeta


Camila Trinidad Lucero-Εκείνη είναι η τέχνη, η ποίηση

Ευλογημένα τα μάτια που την κοιτάζουν,  όταν βρίσκεται σ’ αυτήν την απροκάλυπτη έκσταση, χωρίς ίχνος προσποίησης. Με αυτό το ουράνιο χαμόγελο,  το λαμπερό βλέμμα, τα ξέπλεκα μαλλιά κι αυτοί οι γοφοί που χορεύουν στον ρυθμό του γέλιου της.  Με αυτόν τον σαρωτικό άνεμο που έχει για σώμα κι αυτά τα μάτια που ταπεινώνουν ακόμα και την ομορφιά του φεγγαριού. Έχει την δύναμη να αναποδογυρίσει ότι εμποδίζει τον δρόμο της, και την αυθεντικότητα για να απελευθερώσει τις λέξεις που εκφράζει. Αυτή η διάφανη φιγούρα, την κάνει διαφορετική από τους άλλους και την ομορφιά την ζηλεύουν πολλές.

Όποιος πει ότι πρόκειται για μια συνηθισμένη γυναίκα, ψεύδεται. Εκείνη είναι η τέχνη, η ποίηση, δίχως τέλος και αρχή, πήρε την καρδιά μου στο διάβα της, μέχρι τις απέραντες ρωσικές στέπες. Είναι αυτή που με φιλιά και χάδια έγραψε στίχους, χωρίς χαρτί και μελάνι, μου δώρισε ένα παραμύθι απ’ αυτά που τα ζεις, και που δεν τα διαβάζεις.

«Σκοτώνει τους ποιητές, η μούσα των ποιημάτων»

Καταραμένη η μέρα που μπήκες μέσα στο στήθος μου κι αποφάσισες να με μετατρέψεις σε μολύβι σου, για να γράψω για σένα, σαν να ήσουν ποίηση. Είναι που ποτέ δεν κατάλαβες αυτό που πραγματικά ήσουν, τι έκανες με τους ποιητές, ένα άμαθο παιδί, ίσα που άρχιζε να γράφει, μ’ αυτά τα χείλια για στίχους και τούτο το σάλιο για μελάνι.

Περιμένοντας να μπορέσω να σε περιγράψω, συνεχίζεις να παρασέρνεις την κάθε συλλαβή, χωρίς να ξέρεις ότι όλες οι λέξεις χάνουν το νόημα, όταν πρόκειται για σένα. Είναι γιατί η ομορφιά σου δεν γράφεται με λέξεις, παρά μόνο με το να σε βλέπω, εσύ η ίδια… γίνεσαι η  ποίηση.

Camila Trinidad Lucero-Ella es arte, es poesía

Benditos sean los ojos que la miran, con esa locura a flor de piel y su personalidad desmaquillada. Con esa sonrisa de cielo, y la mirada brillante, la cabellera revuelta y sus caderas danzando al compás de su risa. Con ese viento arrasador que tiene de cuerpo, y esos ojos que humillan a la belleza de la luna. Tiene la fuerza para derribar todo lo que impida su paso, y la verdad justa para soltar las palabras que utiliza. Esa transparencia que la diferencia de todos, y la belleza que más de una envidia.
Quien diga que es una persona común, miente. Ella es arte. es la poesía que sin punto ni coma, se llevó mi corazón de paseo a una montaña rusa sin final alguno. Es quien con besos y caricias, escribió versos, y sin papel ni tinta, me regaló una historia de esas que solo se viven y no se cuentan.
"Asesina de poetas, y musa de poesías."

Maldito sea el día en que te metiste a mi caja torácica y decidiste convertirme en tu lápiz, para escribirte como poesía. Y es que tú nunca entendiste que ya lo eras, y hacías de los poetas, un niño inexperto, apenas comenzando a escribir, con esos labios de versos, y esa saliva de tinta.


Sigues arrasando con cada letra, esperando poder escribirte, sin saber que todas las palabras pierden sentido si se trata de ti. Y es que tu belleza no puede ser descrita con palabras, si con solo verte, tú... Ya eres poesía.